Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ελλάδα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ελλάδα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 1 Νοεμβρίου 2012

Όλη η αλήθεια για το κατοχικό δάνειο


Αδιαμφισβήτητη η γερμανική οφειλή προς την Ελλάδα από τα χρόνια της επάρατης Κατοχής, ακριβώς επειδή λεηλατήθηκε η οικονομία της


του Δημοσθένη Κούκουνα 
ιστορικός, συγγραφέας


Σε 510 δις ευρώ ανέρχεται, κατά ρεαλιστικούς υπολογισμούς, το σημερινό ύψος της γερμανική οφειλής προς την Ελλάδα, που ακόμη παραμένει ύστερα από εβδομήντα χρόνια ανεξόφλητη. Το ποσό αυτό αφορά αποκλειστικά στις καταβολές που απαίτησαν και αναγκαστικά έλαβαν από το ελληνικό κρατικό ταμείο οι Γερμανοί κατακτητές στην περίοδο της Κατοχής. Αυτά είναι τα λεγόμενα Κατοχικά Δάνεια, τα οποία δεν έχουν καμιά σχέση ή συνάφεια με άλλες απαιτήσεις της χώρας μας από την Γερμανία, προερχόμενες από ανθρωπιστικές ή υλικές καταστροφές, τις πολεμικές αποζημιώσεις ή τις πολεμικές επανορθώσεις. Το θέμα αυτό, βεβαίως, ούτε πρωτοείσακτο είναι ούτε άγνωστο.
Ωστόσο, επειδή υπάρχει κάποια άχλυς, ίσως λόγω του χρόνου που έχει μεσολαβήσει ή και από ύποπτες σκοπιμότητες είναι χρήσιμο να γίνουν ορισμένες διευκρινίσεις για να αποτραπεί οποιαδήποτε σύγχυση. Υπάρχουν διάφορες πλευρές στο εσωτερικό, συνήθως από άγνοια, που δεν μπορούν να κατανοήσουν πόσο σημαντικό είναι να ζητηθούν και να εισπραχθούν τα οφειλόμενα κατοχικά δάνεια, που υπερβαίνουν κατά πολύ το εξωτερικό δημόσιο χρέος της Ελλάδος.
Αν, δηλαδή, υπήρχαν στην χώρα μας άξιοι και υπεύθυνοι πολιτικοί ηγέτες, το χρέος αυτό δεν θα είχε παραμείνει ανεξόφλητο μέχρι σήμερα. Και δεν είναι απλώς ζήτημα να εισπραχθεί μια αδιαμφισβήτητη οφειλή από ένα δύστροπο οφειλέτη. Ο οποίος μέχρι τώρα συστηματικά απέφευγε να την τακτοποιήσει, ούτε ζήτημα ταμειακής τάξης. Λόγω του μεγάλου μεγέθους της αποτελούσε τη βασική προϋπόθεση για την εξυγίανση της ελληνικής οικονομίας όλα αυτά τα χρόνια. Σε διάφορες κρίσιμες φάσεις, αν η εκάστοτε ελληνική κυβέρνηση φρόντιζε να διακανονίσει αυτό το γερμανικό χρέος καθ’ οιονδήποτε λογικό τρόπο, δεν θα χρειαζόταν να προσφεύγει σε δανεισμό για να επιζεί το ελληνικό κράτος.
Συνεπώς, όσα δηκτικά λέγονται από αρμοδίους και αναρμοδίους ιδιαίτερα μάλιστα, από πολλούς σύγχρονους Γερμανούς που είναι ή αδαείς ή θρασείς, αιτία του ελληνικού οικονομικού προβλήματος δεν είναι παρά μόνον η μη είσπραξη της γερμανικής οφειλής. Ούτε τα ποταπά φληναφήματα τύπου «μαζί τα φάγαμε» ούτε το κόστος της ευτελούς σχέσης πολιτικών και ψηφοφόρων ούτε καν τα κενά του ελληνικού διοικητικού συστήματος που με τόση καθυστέρηση αποκαλύπτονται σήμερα. Ακόμη και τις πάσης φύσεως ανεπίτρεπτες κλοπές και μίζες θα άντεχε ταμειακά η ελληνική οικονομία, αν είχαν εισπραχθεί τα οφειλόμενα κατοχικά δάνεια από την Γερμανία.

Πως προέκυψαν τα κατοχικά δάνεια

Ας έλθουμε σε μια πολύ συνοπτική παρουσίαση του όλου θέματος ιστορικά.
Όταν η Γερμανία και από πίσω της η Ιταλία κατέλαβαν την Ελλάδα την άνοιξη του 1941, οι διεθνείς Συμβάσεις της Χάγης ήδη από το 1907 προνοούσαν την εκ μέρους του κατεχόμενου κράτους καταβολή εξόδων για την διαβίωση και συντήρηση των κατοχικών στρατευμάτων. Αρχικά ο Γερμανός και ο Ιταλός κατακτητής  επέβαλαν αυθαίρετη μέθοδο πληρωμής αυτών των εξόδων με την κυκλοφορία των λεγόμενων «μάρκων κατοχής» και αντίστοιχα «μεσογειακών δραχμών» που, μάλιστα τυπώνονταν κατά βούληση. Οι αρμόδιοι του ελληνικού κατοχικού κράτους αντέδρασαν από την ανεξέλεγκτη κυκλοφορία αυτού του νομίσματος το οποίο η Τράπεζα της Ελλάδος ήταν υποχρεωμένη να το ανταλάσσει με το επίσημο ελληνικό χαρτονόμισμα στους κομιστές. Και τελικά τρεις μήνες αργότερα αποσύρθηκαν ολοκληρωτικά τα μάρκα κατοχής και οι μεσογειακές δραχμές, ΄ψστε όλες οι συναλλαγές των κατακτητών με τους προμηθευτές τους και όλες οι άλλες δαπάνες τους στην Ελλάδα να γίνονται μέσω της Τράπεζας της Ελλάδας.
Στην πορεία όμως διαπιστώθηκε ότι οι συνεχείς αφαιμάξεις από το ελληνικό δημόσιο ταμείο είχαν αδικαιολόγητο μέγεθος και ήταν πραγματικά δυσβάστακτες. Απόρροια του γεγονότος αυτού ήταν να καλύπτονται τα έξοδα κατοχής με την εκτύπωση νέου ελληνικού χαρτονομίσματος και να διογκώνεται ο πληθωρισμός με άμεση πρωταρχική συνέπεια την έλλειψη τροφίμων. Το Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο του 1941, ακριβώς λόγω της έλλειψης τροφίμων, κυρίως η Αθήνα και τα άλλα μεγάλα αστικά κέντρα γνώρισαν πρωτοφανή πείνα, με πολλές χιλιάδες τραγικά θύματα να λιώνουν στους δρόμους.
Το θέαμα αυτό φαίνεται πως συγκίνησε κάποιους στο εξωτερικό, ακόμη και στην Ρώμη ή στο Βερολίνο. Έτσι αναπτύχθηκε μια σειρά διαπραγματεύσεων, μεταξύ Γερμανών και Ιταλών ιθυνόντων, ερήμην όμως της ελληνικής κατοχικής κυβέρνησης, η δύναμη της οποίας έφτανε μόνο να προβαίνει σε ορισμένα διαβήματα. Από τις διαπραγματεύσεις αυτές, τις πρώτες για το ελληνικό οικονομικό πρόβλημα που δημιουργήθηκε λόγω των εξόδων κατοχής, προέκυψε η συμφωνία του Μαρτίου του 1942 στην Ρώμη.
Βάσει αυτής της συμφωνίας, η οποία κοινοποιήθηκε λίγες μέρες αργότερα στην κυβέρνηση Τσολάκογλου, προσδιορίστηκε ανώτατο όριο εξόδων κατοχής που δεν θα έπρεπε να υπερβαίνουν τις 1,5 δις δρχ. συνολικά και για τους δύο κατακτητές. Αυτό αναγνώρισαν οι ίδιοι εκουσίως. Πλην όμως, επειδή ζητούσαν και υποχρεωτικά έπαιρναν από την Τράπεζα της Ελλάδος  πολύ μεγαλύτερα ποσά, πέραν του ορίου που οι ίδιοι είχαν θέσει ως ανώτατο όριο, δηλαδή τις 1,5 δις δρχ. αυτά χαρακτηρίστηκαν ως προκαταβολές. Και, μάλιστα, σύμφωνα με την προαναφερθείσα Συμφωνία της Ρώμης, οι κατακτητές δεσμεύτηκαν να τα επιστρέψουν στο ελληνικό κράτος.
Αυτά είναι, λοιπόν, τα κατοχικά δάνεια, δηλαδή οι παραπάνω από τα τιθέντα ανώτατα όρια αναλήψεις χρημάτων από την Τράπεζα της Ελλάδος. Οι δύο κατακτητές συμφώνησαν μεταξύ τους ότι αυτά τα χρήματα  θα τα επέστρεφαν «αργότερα» στο ελληνικό κράτος. Σε επόμενη φάση διευκρινίστηκε ότι η εξόφληση αυτών των δανείων θα γινόταν άτοκα στο τέλος του πολέμου.
Οι όροι της Συμφωνίας της Ρώμης, που είχε αναδρομική ισχύ από την 1η Ιανουαρίου 1942, επιβλήθηκαν υποχρεωτικά στην τότε κατοχική κυβέρνηση Τσολάκογλου, προς την οποία ανακοινώθηκαν στις 23 Μαρτίου 1942, εννέα μέρες μετά την υπογραφή, με μια διακοίνωση των πρεσβευτών Γερμανίας και Ιταλίας στην Αθήνα. Η υπόδουλη κυβέρνηση δεν είχε καμμια άλλη επιλογή παρά να τους αποδεχτεί.

Το επισιτιστικό ζήτημα



Στην ίδια Συμφωνία όμως υπήρχε και δεύτερο σκέλος που αναφερόταν στα επισιτιστικά θέματα. Αν και οι κατακτητές, βάσει των ίδιων διεθνών συνθηκών που τους παρείχαν την δυνατότητα να απαιτούν την καταβολή εξόδων κατοχής, είχαν την υποχρέωση να μεριμνούν για την ομαλή εξασφάλιση της διατροφής του ελληνικού λαού, μέχρι τότε ήταν ουσιαστικά υπαίτιοι της έλλειψης τροφίμων που συνεχιζόταν. Μέχρι τότε απέδιδαν τις δυσκολίες στα προβλήματα που επέφερε ο συνεχιζόμενος συμμαχικός αποκλεισμός αλλά αυτός ήρθη στις αρχές του 1942 ως προς την Ελλάδα και τότε πλέον ήταν διαδικαστικό θέμα πως θα οργανωνόταν η αποστολή ειδών διατροφής από το εξωτερικό με μέριμνα του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού.
Το ενδιαφέρον των κατακτητών για τον επισιτισμό των Ελλήνων ήταν μάλλον προσχηματικό, διότι, αν η εγχώρια γεωργική παραγωγή και η κτηνοτροφία έμεναν άθικτες από τα κατοχικά στρατεύματα, η στοιχειώδης επιβίωση θα ήταν εξασφαλισμένη. Αλλά με τις αναγκαστικές δεσμεύσεις ή κατασχέσεις της ελληνικής παραγωγής ειδών διατροφής προς χρήση των κατακτητών, όχι μόνο για κατανάλωση εντός του ελληνικού εδάφους, αλλά και με εξαγωγές προς την Γερμανία, την Ιταλία ή άλλες κατεχόμενες χώρες, η Ελλάδα άδειασε από τρόφιμα.
Ενώ ανακοινώθηκε  ο περιορισμός των δεσμεύσεων της ελληνικής γεωργικής παραγωγής δήθεν προς προστασία του ελληνικού πληθυσμού, στην πραγματικότητα άρχισε μια πρόσθετη λεηλασία. Αυτή τη φορά η Ελλάδα χρησιμοποιήθηκε από τους Γερμανούς και Ιταλούς κατακτητές για να… χρηματοδοτήσει την εκστρατεία του Ρόμελ στην Βόρειο Αφρική. Στο ελληνικό κράτος επιβλήθηκε, μεταξύ άλλων, το κόστος της διακίνησης μέσω του εδάφους της, στρατιωτικών μονάδων με τελικό προορισμό το ανατολικό ή βορειοαφρικανικό μέτωπο, η τροφοδοσία τους, η αποστολή λαχανικών, φρούτων και κρεάτων στο ίδιο μέτωπο, ενώ πολλές χιλιάδες ανδρών του κατακτητή που είχαν τραυματιστεί αποθεραπευτεί ή απλώς κουραστεί περνούσαν από κατάλληλους ελληνικούς …τουριστικούς προορισμούς για αποθεραπεία και χαλάρωση! Είναι πολύ χαρακτηριστική η περίπτωση ενός νέου στρατιωτικού νοσοκομείου που οργανώθηκε εκτάκτως στον Πειραιά για να στεγαστούν περισσότεροι από χίλιοι «τραυματίες» προερχόμενοι από την Βόρειο Αφρική επειδή είχαν πληγεί από αφροδίσια νοσήματα! Κι αυτά ακόμη τα έξοδα νοσηλείας εντάχθηκαν στα «έξοδα κατοχής» και καταλογίστηκαν στη Ελλάδα.
Παράλληλα αποφασίστηκε η οικοδόμηση έκτακτων οδικών, οχυρωματικών, λιμενικών και άλλων παρεμφερών έργων αποκλειστικά στρατιωτικού χαρακτήρα, το κόστος των οποίων και πάλι επιβλήθηκε στο ελληνικό κράτος. Αυτά και άλλα παρόμοια έξοδα χρεώθηκαν επίσης εις βάρος της Ελλάδας και, μάλιστα, με προσωπική απόφαση του Χίτλερ αυθαίρετα μετονομάστηκαν από «έξοδα κατοχής» σε «έξοδα ανοικοδόμησης». Ας φανταστεί κανείς ότι τη βαριά οχύρωση της Κρήτης –που ο στρατάρχης Γκέριγκφιλοδοξούσε να την καταστήσει απόρθητη και να την μεταμορφώσει σε νέα Μάλτα- κλήθηκε ο πονεμένος ελληνικός λαός να την πληρώσει με το νόμισμά του, τη δραχμή.

Οι διαπραγματεύσεις Γκοτζαμάνη

Όλα αυτά τα έξοδα δεν ήταν παρά μια σπάταλη διαχείριση εκ μέρους των κατακτητών, ιδίως των Γερμανών, σε θέματα που κάθε άλλο παρά προβλέπονταν από τις διεθνείς Συμφωνίες. Η επίπτωση ήταν άμεση και καθοριστική για την ελληνική οικονομία, η οποία εξαρθρώθηκε, με άμεση συνέπεια τη διόγκωση της νομισματικής κυκλοφορίας, την αντίστοιχη γιγάντωση του πληθωρισμού και τελικά την επέκταση της πείνας σε όλο τον εγχώριο πληθυσμό και βεβαίως τον μαρασμό και την δυστυχία. Όλα αυτά χωρίς να προσμετρώνται οι συνεχείς οι συνεχείς ανθρωπιστικές καταστροφές. Με την αυθαιρεσία και την βιαιότητα του κατακτητή.
Για την αντιμετώπιση της οσημέραι αυξανόμενης αυτής κατάστασης η τότε κατοχική κυβέρνηση διαμαρτυρήθηκε και προκάλεσε την έναρξη νέων διαπραγματεύσεων, αρχικά στο Βερολίνο κι έπειτα στην Ρώμη, που άρχισαν τον Σεπτέμβριο του 1942.  Ελληνική αποστολή οικονομολόγων, τεχνοκρατών και ανώτερων αξιωματούχων υπό τον τότε υπουργό οικονομικών Σωτ. Γκοτζαμάνη, έλαβε μέρος  σε αυτές τις συζητήσεις, που όμως τελικά οδηγήθηκαν σε αδιέξοδο. Όποιοσδήποτε παρακολουθήσει μέσα από τα έγγραφα που διασώθηκαν –και δημοσιεύονται στο πρόσφατο βιβλίο μου με τίτλο Η ελληνική οικονομία κατά την Κατοχή και η αλήθεια για τα κατοχικά δάνεια, εκδόσεις Ερωδιός-, κυρίως από τα Γερμανικά αρχεία και το προσωπικό αρχείο Γκοτζαμάνη, την πορεία αυτών των συζητήσεων, αντιλαμβάνεται το μέγεθος της ελληνικής οικονομικής καταστροφής την εποχή εκείνη. Η ιταλική πλευρά, που κυρίως είχε και την άμεση ευθύνη της τάξης στην ηπειρωτική Ελλάδα, κατατρυχόταν από το φόβο μιας συνολικής εξέγερσης του πληθυσμού, την οποία δεν θα μπορούσε να ελέγξει. Η αλήθεια είναι πως ένα σύντομο ταξίδι του Μουσολίνι στην Αθήνα τον Ιούλιο του 1942, οπότε προσωπικά διαπίστωσε το μέγεθος του επισιτιστικού ζητήματος και της οικονομικής καταστροφής, είχε οδηγήσει στην κατανόηση του όλου προβλήματος, όχι όμως και στην επίλυσή του. Τόσο οι Ιταλοί όσο και πρωτίστως οι Γερμανοί εννοούσαν να συνεχίσουν ακάθεκτοι την οικονομική απομύζηση της Ελλάδος.
Από αυτές τις συζητήσεις με τους Έλληνες εκπροσώπους οι κατακτήτές δεν ήθελαν τίποτα περισσότερο από το να εξαντλήσουν οποιαδήποτε πλουτοπαραγωγική δυνατότητα είχε απομείνει στη χώρα, ιδιαίτερα από την γεωργική παραγωγή της. Η επίλυση του επισιτιστικού είχε εκ του πονηρού αφεθεί στη δραστηριότητα του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού.

Η  Τελική Συμφωνία

Οι συζητήσεις με την ελληνική αντιπροσωπεία που πραγματοποιήθηκαν στο Βερολίνο, συνεχίστηκαν στην Ρώμη. Δεν υπήρχε καμιά επωφελής για τον ελληνικό λαό προοπτική, αλλά έπρεπε να πειστεί η ιταλική πλευρά, καθοδηγούμενη από τους Γερμανούς τεχνοκράτες του Βερολίνου, ποιες ρυθμίσεις έπρεπε να ακολουθηθούν. Πραγματικός στόχος δεν ήταν να βελτιωθεί η ζωή των Ελλήνων, αλλά πώς να απομυζηθούν ακόμη περισσότερα από αυτούς.
Ήδη στο Βερολίνο, από τις αρχές Οκτωβρίου 1942, είχε αποφασιστεί πως με την ιταλική συγκατάθεση θα συνεχιζόταν η οξύτερη απομύζηση της Ελλάδος. Ο κατοχικός υπουργός Γκοτζαμάνης και οι Έλληνες τεχνοκράτες επέστρεψαν άπρακτοι στην Αθήνα και ο τότε πρωθυπουργός Τσολάκογλου αρνήθηκε να παραμείνει στην εξουσία –στη συνέχεια θα αντικατασταθεί από τον καθηγητή Κ. Λογοθετόπουλο. Οι δύο κατακτητές συμφώνησαν μεταξύ τους όσες μεταβολές θεώρησαν αναγκαίες πάνω στην συμφωνία του Μαρτίου του 1942. Πρωταρχική σημασία δινόταν στην πλήρη ικανοποίηση των απαιτήσεων του γερμανικού στρατού κατοχής και των κεντρικών επιτελικών επιλογών.
Αποφασίστηκε η συνέχιση χρηματικών καταβολών εκ μέρους της Ελλάδος, πολλαπλάσιων όσων είχαν υπολογιστεί ως εξόδων κατοχής. Τα παραπάνω ποσά θα χαρακτηρίζονταν ως προκαταβολές και θα είχαν την μορφή κρατικού δανεισμού για όσο διάστημα θα διαρκούσε ο πόλεμος, μετά την λήξη του θα επιστρέφονταν στην Ελλάδα άτοκα, ενώ καθοριζόταν η τιμαριθμική βάση. Ενδιάμεσα θα συμψηφίζονταν όσες τυχόν εισαγωγές προϊόντων θα γίνονταν από την Γερμανία και την Ιταλία. Για το τελευταίο ζήτημα ιδρύθηκαν δύο  κρατικές εταιρείες, μια για το ελληνογερμανικό και μια για το ελληνοϊταλικό εξωτερικό εμπόριο –οι Degriges και Sacig αντίστοιχα.

Κλόντιους και Ράιχενμπαχ


Karl Clodius


Horst Reichenbach

Παράλληλα, αποφασίστηκε η επιβολή ελέγχου των ελληνικών δημοσιονομικών, ώστε να επιτευχθούν οικονομίες ακριβώς για να μπορούν να αντληθούν οι πόροι που είχαν απομείνει. Οι δύο κατακτητές όρισαν ειδικούς απεσταλμένους, οι οποίοι θα αναλάμβαναν να ελέγξουν τα ακριβή μεγέθη της ελληνικής οικονομίας και να πάρουν τα κατά την κρίση τους απαραίτητα μέτρα. Επρόκειτο για τους Νόιμπάχερ και Ντ’ Αγκοστίνο, που έλαβαν μεγαλύτερη εξουσία από τους πρεσβευτές Άλτενμπρουκ και Γκίτζι, τους εν δυνάμει ύπατους αρμοστές.Ταυτόχρονα ορίστηκαν οικονομικοί εμπειρογνώμονες, με προεξάρχοντα τον εξειδικευμένο διπλωμάτη Κάρλ Κλόντιους.
Όλοι αυτοί είχαν ειδικές εξουσίες και απέκτησαν πλήρη εξουσία στην υποτεταγμένη πλέον ελληνική οικονομία. Με σημερινούς όρους θα τους παρομοιάζαμε με τα μέλη της τρόικας, οι καθοριστικές αποφάσεις των οποίων λαμβάνονται αυθαίρετα και καταχρηστικά. Οι συσχετισμοί είναι σε ορισμένες περιπτώσεις απόλυτοι, καθώς παραγνωρίζεται η εξουσία των ελληνικών πολιτικών Αρχών, όπως γινόταν και τότε. Ό,τι δύναμη και αρμοδιότητα είχε τότε ο Κλόντιους έχει σήμερα ο Ράιχενμπαχ και κάτι ανάλογο συμβαίνει με τον Νόιμπαχερ και τον Φούχτελ. Με μια μικρή, δυσμενή για την σημερινή Ελλάδα διαφορά: Τότε η εθνική κυριαρχία είχε καταργηθεί de facto λόγω πολεμικής ήττας και κατοχής, ενώ σήμερα de jure, με απόφαση της Βουλής των Ελλήνων.

Το ύψος των κατοχικών δανείων

Επειδή κατά περιόδους πολλά έχουν λεχθεί για τα κατοχικά δάνεια και ιδιαίτερα για το ύψος που αντιπροσωπεύουν, θα ήταν πολύ χρήσιμο να γίνει ένας αντικειμενικός –επιστημονικός, θα έλεγα- υπολογισμός, ώστε να γνωρίζουμε το πραγματικό ποσό. Το καθήκον αυτό επαφίεται σε πιο ειδικούς οικονομολόγους και είναι όλως ατυχές που μέχρι σήμερα δεν βρέθηκε ένας αρμόδιος οιασδήποτε βαθμίδας να το πράξει ή ένας υπεύθυνος πολιτικός να αναθέσει σε μια επιτροπή εμπειρογνωμόνων μια εμπεριστατωμένη μελέτη.
Μετά την απελευθέρωση, ο αρμόδιος θεσμικός φορέας, η Τράπεζα της Ελλάδος, βάσει των σχετικών λογαριασμών που τηρούσε, προσδιόρισε το σύνολο των καταβολών που δόθηκαν από την αρχή στους κατακτητές σε όλο το διάστημα της κατοχής. Το συνολικό ποσό που αφορά στην Γερμανία ανέρχεται σε 1.617.781.093.648.819 δρχ. Μετά την αφαίρεση των κατά τα διεθνή νόμιμα εξόδων κατοχής, όπως αυτά συμφωνήθηκαν με τους κατακτητές, η μεν Γερμανία έλαβε πέραν αυτών ως προκαταβολές 1.530.033.302.528.819 δρχ. και η Ιταλία αντίστοιχα 157.053.637.000 δρχ.
Αυτά τα τελευταία ποσά είναι ακριβώς τα λεγόμενα κατοχικά δάνεια, που θα έπρεπε –κατά τις Συμφωνίες του Μαρτίου του 1942 και του Δεκεμβρίου του 1942- να επιστραφούν με την λήξη του πολέμου. Αυτό είναι το κεφάλαιο του κατοχικού δανείου σε ονομαστική αξία και αυτή ήταν η βάση για να υπολογιστεί η οφειλή όταν θα γινόταν η εξόφληση, διότι το ακριβές ποσό πρέπει να εξαχθεί με το μέτρο της τιμαριθμικής δραχμής. Εδώ τώρα τίθεται το ζήτημα ποιος είναι ο κανόνας προσδιορισμού της.
Η Τράπεζα της Ελλάδος προκειμένου να έχει την εποχή εκείνη μια αρχική εκτίμηση, χρησιμοποίησε την μέθοδο της αντιστοίχισης στην τιμή της χρυσής λίρας. Προσδιορίστηκε έτσι ότι η συνολική οφειλή της Γερμανίας ως προς τα κατοχικά δάνεια ανερχόταν σε 3.670.610 χρυσές λίρες.
Εκ πρώτης όψεως η μέθοδος αυτή φαίνεται λογική, πλην όμως δεν είναι αντιπροσωπευτική, διότι η επίσημη τιμή της χρυσής λίρας ήταν διαφορετική από την ανεπίσημη –και φυσικά ήταν χαμηλότερη. Πέραν αυτού, η συμφωνία που επέβαλλαν οι κατακτητές δεν όριζε συγκεκριμένη μέθοδο αποτιμαριθμοποίησης, πολύ δε περισσότερο όταν η μελετώμενη κατοχική περίοδος ήταν εξαιρετικά περίπλοκη. Συνεπώς, η αναζήτηση της δίκαιης αποτίμησης του χρέους θα πρέπει να ακολουθήσει ασφαλέστερο υπολογισμό.
Την άποψη ότι ο υπολογισμός του κατοχικού δανείου δεν είναι ορθός αν γίνει με την βάση της χρυσής λίρας πρώτος υποστήριξε ο καθηγητής Αγγελόπουλος, επιμένοντας ότι πιο ορθολογική και αντιπροσωπευτική είναι εκείνη του δολαρίου. Στην περίπτωση πρόσθετε, κατά την εκτίμησή του το κεφάλαιο οριζόταν για την Γερμανία σε 151 εκατομμύρια δολάρια μέχρι το 1964. Θα έπρεπε να προστεθούν 177 εκατ. Δολάρια για τόκους από 1ης Ιανουαρίου 1942, δηλαδή συνολικά 328 εκατ. δολάρια.
Ωστόσο αν στηριζόμαστε στην Συμφωνία του Μαρτίου του 1942, που συνήφθη μεταξύ και Ιταλών στην Ρώμη, δεν πρέπει να αρχίσει η χρέωση από την ημερομηνία εκείνη, διότι σαφώς αναφερόταν ότι πρόκειται περί ατόκου επιστροφής των καταβολών. Και δεν μπορούμε να αγνοήσουμε την Συμφωνία εκείνη, διότι επ’ αυτής εδράζεται η ελληνική αξίωση. Διαφορετικά, αν αγνοηθούν επιλεκτικά ορισμένοι όροι της, υπάρχει ο κίνδυνος να αδυνατίσει η θέση μας και να δοθούν επιχειρήματα για η μη τήρησή της.
Από την άλλη μεριά, δεν είναι ορθολογική η εκτίμηση του καθηγητή Αγγελόπουλου, διότι χρησιμοποιεί μεθοδολογία που στην πραγματικότητα μειώνει το σύνολο της οφειλής με το να λαμβάνει εσφαλμένη εκκίνηση της οφειλής στα 151 εκατομμύρια δολάρια, που τον Απρίλιο του 1964 αντιστοιχούσαν σε 15.100.000 λίρες ή κατ’ επέκταση το 2012 σε 4.530.000.000 ευρώ. Περαιτέρω, σύμφωνα με τον Αγγελόπουλο, τον Απρίλιο του 1964 το κεφάλαιο έφτανε έντοκα, ως προς την Γερμανία πάντα, στις 32.800.000 χρυσές λίρες, οπότε με τις ίδιες αναλογίες (δηλαδή με επιτόκιο 4% και ετήσιο ανατοκισμό) το 2012 η συνολική οφειλή θα ήταν 215.513.819 χρυσές λίρες ή σε ευρώ 64.654.145.587. Αυτή είναι η εκτίμηση Αγγελόπουλου για τα κατοχικά δάνεια της Γερμανίας που οφείλονται στην Ελλάδα.
Ωστόσο, ο υπολογισμός αυτός έχει δυο βασικά μειονεκτήματα. Όπως προελέχθη, α)αγνοεί τον όρο της άτοκης επιστροφής κατά την λήξη του πολέμου και β)υπολογίζει επιτόκιο 4%. Ενδεχομένως το 1964, όταν έκανε τους υπολογισμούς του, το επιτόκιο να ήταν φυσιολογικό, πλην όμως προκειμένου για κρατικά δάνεια το ορθό θα ήταν 2,5% και όχι περισσότερο.
Επιλέγοντας αυτό υο χαμηλό επιτόκιο του 2,5% και εκκινώντας τον ανατοκισμό από το 1964, χρονολογία που ανυπερθέτως –δηλαδή με τη λήξη του πολέμου που νοείται κατά την Διάσκεψη Ειρήνης των Παρισίων –θα έπρεπε το γερμανικό κράτος να επιστρέψει τις καταβολές που είχε λάβει καθ’ υπέρβαση των εξόδων κατοχής υπό σαφώς δανειακή μορφή και με την ανεπιφύλακτη δέσμευση επιστροφής των χρημάτων, καταλήγουμε σε άλλο ποσόν.
Πλήν όμως η εκτίμηση του καθηγητή Αγγελόπουλου το 1964 όσο κι εκείνη του κατοχικού υπουργού Γκοτζαμάνη το 1952 (περί 240 εκατ. δολαρίων) είναι εσφαλμένες. Αγνοούν την ορθή αποτίμηση της αναγκαίας τιμαριθμικής βάσης, η οποία όντως είναι αρκετά περίπλοκη. Αρκεί μόνο να υπομνησθεί πόσο ακραίες και αιφνίδιες ανατιμήσεις βασικών ειδών γίνονταν τότε, ιδίως αν λάβουμε υπ’ όψη ότι οι πραγματικές τιμές αγαθών απέιχαν εξαιρετικά από τις επίσημες και πόσο δύσκολο είναι να αναπαρασταθούν, ώστε να ληφθούν για να χρησιμοποιηθούν ως βάση υπολογισμών. Γι’ αυτό το λόγο αναζητήσαμε μια άλλη μεθοδολογία.
Η έρευνά μας προσανατολίστηκε διαφορετικά, λοιπόν, και με ένα συνδυασμό επίσημων και πραγματικών τιμών στα τρόφιμα και στα είδη καθημερινής χρήσης, της πραγματικής τιμής της χρυσής λίρας στην ελεύθερη αγορά, λαμβάνοντας υπόψη και τις αξίες των πωλούμενων ακινήτων, καθώς και άλλων δεικτών, περιλαμβανομένης και της γερμανικής οφειλής από τις ελληνικές εξαγωγές προς την Γερμανία διαρκούσης της Κατοχής, καταλήξαμε σε διαφορετικό ποσό. Έτσι, η πραγματική αποτίμηση του κατοχικού χρέους έφτασε την ημέρα που αποχώρησαν τα γερμανικά στρατεύματα στο συνολικό ύψος των 100 δις ευρώ, χωρίς να περιλαμβάνονται οι πολεμικές επανορθώσεις και αποζημιώσεις.
Αυτό είναι το ακριβές ποσό και είναι βέβαιο ότι αν κάποτε η ελληνική κυβέρνηση αποφασίσει να ασχοληθεί με το ζήτημα και αναθέσει σε μια επιτροπή ειδικών να το ερευνήσει σε βάθος, τότε θα επαληθευτεί πλήρως η δική μας εκτίμηση.
Επιπλέον, πρέπει να αναφερθεί ότι ο όρος περί σύντομης επιστροφής των κατοχικών δανείων ξεπεράστηκε όταν η οιονεί δανειακή σύμβαση κατέστη ληξιπρόθεσμη. Αυτό συνέβη με την Διάσκεψη Ειρήνης του 1946 και από τότε τα δάνεια είναι έντοκα, ώστε το αρχικό κεφάλαιο των 100 δις να ανέρχεται σήμερα, με χαμηλό επιτόκιο 2,5%, στα 510.033.165.000 ευρώ.   
Επομένως, αυτό το ποσό όφειλε να έχει καταβάλει το μεταπολεμικό γερμανικό κράτος και αδιαφόρησε να το πράξει. Υπό το πρόσχημα του διαμελισμού, πλέχθηκε μια σειρά επιχειρημάτων για να αποφύγει την αποπληρωμή των κατοχικών δανείων με την ανοχή ή την συνενοχή των συμμαχικών κυβερνήσεων. Αρκετά χρόνια μετά τη Διάσκεψη Ειρήνης εφευρέθηκε το επιχείρημα ότι η Γερμανία δεν ήταν σε θέση να υπογράψει την τελική Συνθήκη Ειρήνης ενόσω ήταν διαμελισμένη. Αν ήταν καλόπιστος οφειλέτης η Δυτική Γερμανία, στο διάστημα των 44 χρόνων που μεσολάβησαν μέχρι να ενοποιηθεί θα μπορούσε να είχε καταβάλει το μερίδιο που της αναλογούσε έστω και σταδιακά. Απέφυγε όμως να το πράξει, όπως το απέφυγε και στα επόμενα χρόνια, αφού πλέον ήταν ενοποιημένη και δεν μπορούσε να επικαλεστεί παρόμοιες αιτιάσεις.

Τι απέγινε με τα Δάνεια

Τα λεγόμενα κατοχικά δάνεια, που μέσα στον παραλογισμό τους οι κατακτητές είχαν αξιώσει από μια χώρα περιορισμένων δυνατοτήτων όπως η Ελλάδα, καταφέρνοντας έτσι να διαλύσουν εκ βάθρων την ελληνική οικονομία, οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν έχουν κατορθώσει  μέχρι σήμερα να τα εισπράξουν Κατά καιρούς έγιναν κάποιες ανάλογες ενέργειες χωρίς όμως αποτελέσματα.
Ήδη από τη Διάσκεψη της Ειρήνης στο Παρίσι το 1946 η τότε ελληνική κυβέρνηση προσπάθησε να σώσει το θέμα, μαζί με τις πολεμικές επανορθώσεις και αποζημιώσεις. Η Γερμανία δεν ήταν συγκροτημένο κράτος τότε και, εν πάση περιπτώσει, ήταν διαμελισμένη σε χωριστές ζώνες κατοχής, οπότε η απαίτηση τα Ελλάδος δεν κατέστη εφικτό να τεθεί. Αντίθετα, σε ό,τι αφορούσε στην Ιταλία, το θέμα τέθηκε και ύστερα από διάφορες διακυμάνσεις το ελληνικό κράτος ικανοποιήθηκε στο κεφάλαιο αυτό αργότερα.
Η τύχη της ελληνικής απαίτησης ως προς τη Γερμανία τυπικά θα έπρεπε να τεθεί προς ικανοποίηση όταν θα υπογραφόταν η Συνθήκη Ειρήνης, πράγμα ανέφικτο ενόσω η χώρα αυτή ήταν χωρισμένη σε Ανατολική και Δυτική. Ωστόσο, μετά την ίδρυση της Ομοσπονδιακής Γερμανίας, άρχισαν σταδιακά να αναπτύσσονται διμερείς οικονομικές σχέσεις με την Ελλάδα, αλλά οι Γερμανοί ιθύνοντες  δεν έστεργαν στην ρύθμιση του χρέους με το επιχείρημα ότι δεν ήταν υποχρεωμένοι να το πράξουν. Σε διάφορες φάσεις οι ελληνικές κυβερνήσεις έθεταν το θέμα χωρίς να μεταβάλλεται η γερμανική στάση.
Το Νοέμβριο του 1952 επέστρεψε στην Ελλάδα, αφού προηγουμένως είχε νομοθετικά αμνηστευθεί, ο κατοχικός υπουργός οικονομικών Σ. Γκοτζαμάνης, τερματίζοντας την πολύχρονη φυγοδικία του στο εξωτερικό. Μόλις έφτασε στην Αθήνα, έσπευσε να υποστηρίξει ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν πρέπει να απεμπολήσει τα κατοχικά δάνεια και πως όφειλε να ζητήσει την εξόφλησή τους.
Την εποχή που ο Ελληνικός Συναγερμός του στρατάρχη Παπάγου βρισκόταν στην εξουσία δεν ζητήθηκε επίσημα η εξόφληση των κατοχικών δανείων, αφού στην Συνδιάσκεψη του Λονδίνου το 1951 είχε κριθεί ότι θα αναμενόταν η υπογραφή της Συνθήκης Ειρήνης.
Παρ’ όλα αυτά, το αίτημα επαναλαμβανόταν σε διάφορες περιπτώσεις και η ανανέωση της αρνητικής απάντησης  από τη Δυτική Γερμανία ισοσταθμιζόταν με κάποια άλλη οικονομική διευκόλυνση. Το θέμα επανήλθε ανοιχτά στις αρχές του 1964, όταν στην εξουσία βρισκόταν η κυβέρνηση της Ένωσης Κέντρου. Ακολούθησαν τρεις νέες κρούσεις προς την κυβέρνηση της Ομοσπονδιακής Γερμανίας από τους Άγγελο Αγγελόπουλο, Ανδρέα Παπανδρέου και Ευάγγελο Σαββόπουλο αντίστοιχα, χωρίς όμως θετικό αποτέλεσμα.
Στα τελευταία χρόνια επανέρχεται συχνά στην δημοσιότητα το θέμα της διεκδίκησης του κατοχικού δανείου από την Γερμανία, ιδιαίτερα αφότου η χώρα μας βρέθηκε στο επίκεντρο της οικονομικής κρίσης με όλα τα συνεπακόλουθα. Ειδικότερα η στάση της σύγχρονης Γερμανίας είναι που προκαλεί την εντονότερη διεκδίκησή του.
Ωστόσο, αυτού του είδους η ελληνική απαίτηση δεν υπόκειται σε παραγραφή, αν αυτό υποστηρίζουν ορισμένο παράγοντες εκεί για να αποφύγουν την αποπληρωμή της, διότι και μόνο το γεγονός ότι κατά καιρούς το θέμα επανατίθεται από ελληνικής πλευράς, έστω κι αν για γενικότερους λόγους δεν καταφεύγει σε δικαστικές διαδικασίες, αποκλείει την παραγραφή.
Κάτι περισσότερο, θα προσθέταμε: Είναι θέμα τιμής για την σύγχρονη Γερμανία, η ηγεσία της οποίας παρουσιάζεται αγέρωχη απέναντι στην Ελλάδα επειδή βρέθηκε σε οικονομικά αδύναμη θέση, να εξοφλήσει τις πραγματικές οφειλές απέναντί της. Και είναι τόσο πραγματικές, κυριολεκτικά ποτισμένες με αίμα, ώστε οι σημερινοί ηγέτες της να γίνονται κατακριτέοι όταν με το δείκτη του χεριού απευθύνονται στους Έλληνες κατά τρόπο δηκτικό και καταφανώς ανήθικο. Ενδεχομένως αυτό το δημοσίευμα, αντί να σταθεί με αξιοπρέπεια και αντικειμενικότητα στη μελέτη του ιστορικού αντικειμένου του, να  έπρεπε να δώσει μεγαλύτερη σημασία στην ανάδειξη των μικροτήτων που σημειώθηκαν από τους Γερμανούς επί Κατοχής.
Το γεγονός ότι η μεταπολεμική Ελλάδα –μάλλον από συναισθηματικούς λόγους εξαιτίας της γενικότερης συμπάθειάς της προς τη σύγχρονη Γερμανία ή έστω από λόγους αδυναμίας των εκάστοτε δικών της κυβερνήσεων, δεν διεκδίκησε φορτικά την αποπληρωμή των κατοχικών δανείων- δεν σημαίνει ότι αυτά παύουν να είναι χρέος τιμής για μια χώρα που διεκδικεί ηγεμονική θέση στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Τα πρόσφατα

Τον τελευταίο καιρό γίνεται όλο και συχνότερα λόγος για τα κατοχικά δάνεια, αν και συχνά αυτά εμπλέκονται, συνήθως από άγνοια της σοβαρότητας του θέματος, με τα θέματα πολεμικών επανορθώσεων ή αποζημιώσεων. Το κεφάλαιο των κατοχικών δανείων είναι απόλυτα ξεκάθαρο και μεταπολεμικά δεν έχει γίνει η παραμικρή πληρωμή εκ μέρους της Γερμανίας. Αντίθετα –και ίσως αυτό να είναι η τρανότερη απόδειξη της ισχύος της ελληνικής απαίτησης-, ο άλλος οφειλέτης των κατοχικών δανείων, η Ιταλία, από πολλών ετών έχει εξοφλήσει την οφειλή της.


Διαπρεπείς ξένοι οικονομολόγοι μόλις πρόσφατα έχουν επιβεβαιώσει την γερμανική οφειλή. Ο Γερμανός καθηγητής Άλμπρεχτ Ριτσλ έχει βεβαιώσει το αδιαμφισβήτητο της υπόστασης του γερμανικού χρέους, ενώ ο Γάλλος Ζακ Ντεπλά έχει μιλήσει για ύψος 575 δις ευρώ.
Δεν μπορεί να υπάρξει καμιά αμφισβήτηση και νομίζω ότι μόνο οι εκάστοτε ελληνικές κυβερνήσεις έχουν αμελήσει να εισπράξουν τα οφειλόμενα από την Γερμανία. Ο φόβος έγκειται τώρα στον κίνδυνο η σημερινή ελληνική κυβέρνηση, ακόμα και η Βουλή των Ελλήνων, να εξαναγκαστούν εκβιαστικά να παραιτηθούν επίσημα της γερμανικής οφειλής, αν αυτό δεν έχει γίνει ήδη παρασκηνιακά. Φυσικά, κάτι τέτοιο θα πρόκειται για εθνική προδοσία, αλλά ο κάθε Έλληνας μπορεί να ελπίζει ότι ούτε τέτοια προδοσία έχει συμβεί ούτε η Γερμανία θα φανεί τελικά τόσο πολύ ανυπόληπτη…

πηγή: περιοδικό ΕΠΙΚΑΙΡΑ τεύχος 156 11-17/10/2012











Τρίτη 23 Οκτωβρίου 2012

Έκκληση του Μανώλη Γλέζου προς τους ομογενείς και τους Έλληνες της διασποράς



Αθήνα, 18 Οκτωβρίου 2012

Η φτώχεια στην Ελλάδα βαθαίνει όλο και περισσότερο, οι αυτοκτονίες πολλαπλασιάζονται, η επίσημη ανεργία έχει υπερβεί το 25% του εργατικο

ύ δυναμικού και η ανεπίσημη βρίσκεται σε εκρηκτικά επίπεδα. Και όλα αυτά ενώ η κυβέρνηση κωφεύει μπροστά στην αγωνία του λαού και ισχυρίζεται ότι διαπραγματεύεται τα μέτρα που βαθαίνουν περισσότερο την κρίση της οικονομίας της χώρας, τα δημόσια οικονομικά, την κοινωνική κρίση και πάνω απ’ όλα την κρίση αξιών. Το ερώτημα προβάλλει αβίαστα: Πού οδηγούμαστε;

Η κρισιμότητα των στιγμών με υποχρεώνει να στραφώ στην άλλη Ελλάδα, τη μεγάλη εκτός συνόρων Ελλάδα, τον όπου γης Ελληνισμό και να ζητήσω τη στήριξή τους. Την ουσιαστική στήριξή τους, για να ανατραπεί αυτή η πορεία που, με μαθηματική ακρίβεια, οδηγεί στον όλεθρο.

Μόνη διέξοδος, η πραγματική ανάκαμψη της οικονομίας. Και αυτή είναι βέβαιο πως δεν προβλέπεται στα σχέδια της τρόικας. Όμως υπάρχει ιστορικό προηγούμενο ανάκαμψης και αυτό πρέπει να διεκδικήσουμε και για τη χώρα μας. Είναι οι συμφωνίες του 1953, που επέτρεψαν στη Γερμανία (η οποία, ως Γ’ Ράιχ, λίγα μόλις χρόνια νωρίτερα είχε αιματοκυλήσει τον κόσμο) να ορθοποδήσει. Τότε, πέραν της ουσιαστικής διαγραφής του μεγαλύτερου μέρους του χρέους, συμφωνήθηκε επιπλέον:

1. Η Γερμανία να αποπληρώνει, διατηρώντας παράλληλα ένα υψηλό επίπεδο ανάπτυξης και βελτίωσης των συνθηκών διαβίωσης του πληθυσμού. Αποπληρωμή, δηλαδή, χωρίς να φτωχαίνει.
• Τίποτα ανάλογο δεν προβλέπεται για την Ελλάδα.

2. Σε περίπτωση διαφορών με τους πιστωτές, αρμόδια θα ήταν τα γερμανικά δικαστήρια. Ρητά μάλιστα αναφερόταν ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, «τα γερμανικά δικαστήρια μπορούν να αρνηθούν την εκτέλεση απόφασης ενός αλλοδαπού δικαστηρίου ή Αρχής διαιτησίας». Τέτοια περίπτωση ήταν όταν η εκτέλεση της απόφασης βρισκόταν σε αντίθεση προς τη δημόσια τάξη.
• Στην περίπτωσή μας, η αρμοδιότητα έχει ήδη δοθεί στα δικαστήρια της Βρετανίας και του Λουξεμβούργου!

3. Επιτράπηκε στη Γερμανία να αντικαταστήσει τις εισαγωγές αγαθών με δική της παραγωγή, προκειμένου να επιτευχθεί εμπορικό πλεόνασμα και να ενισχυθούν οι τοπικοί παραγωγοί.
• Οι κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι συμφωνίες που επιβλήθηκαν στη χώρα απαγορεύουν στις ελληνικές αρχές να προστατεύσουν και να βοηθήσουν τους τοπικούς παραγωγούς έναντι των ανταγωνιστών τους, δηλ. των άλλων χωρών της Ε.Ε.

4. Η Γερμανία ενθαρρυνόταν να ενισχύσει τον έλεγχο πάνω σε στρατηγικούς τομείς της οικονομίας.
• Στην Ελλάδα επιβάλλονται ιδιωτικοποιήσεις, κυρίως μάλιστα υπέρ των ξένων επενδυτών.

5. Τέλος, συμφωνήθηκε να χορηγηθεί στη Γερμανία χρεοστάσιο, το οποίο έφτασε τα 42 χρόνια!
• Στη δική μας περίπτωση όχι μόνο δεν γίνεται λόγος για κάτι τέτοιο, αλλά, επιπλέον, η χώρα που επιδεικνύει τη σκληρότερη στάση είναι η ευεργετηθείσα τότε και από την Ελλάδα Γερμανία, η οποία παράλληλα αυτοαπαλλάσσεται από τις υποχρεώσεις της έναντι της χώρας μας, οι οποίες απορρέουν από το διεθνές δίκαιο, αρνούμενη να καταβάλει όσα οφείλει από τις καταστροφές που προξένησε στην Ελλάδα στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Η αλήθεια είναι ότι η ριζική μείωση του χρέους της Γερμανίας και η ταχεία ανάκαμψή της μετά τον πόλεμο έγιναν δυνατές χάρη στην πολιτική βούληση των πιστωτών της.

Απευθύνουμε, συνεπώς, έκκληση στους όπου γης Έλληνες να σταθούν για άλλη μια φορά στο πλευρό μας και να αναλάβουν εκείνοι δράση, πιέζοντας τις Κυβερνήσεις των χωρών όπου βρίσκονται, προκειμένου να διαμορφωθεί η αναγκαία πολιτική βούληση, που θα επιτρέψει την έξοδο της Ελλάδας από την κρίση και την ουσιαστική ανάκαμψή της.

Σάββατο 20 Οκτωβρίου 2012

Η Αυτοκρατορική παγίδα για το Βερολίνο




Απόσπασμα από το άρθρο:  Το «τρίγωνο» της κρίσης, Η «φιλική» συμβουλή του City στους Γερμανούς ή η Αυτοκρατορική παγίδα για το Βερολίνο περιοδικό ΕΠΙΚΑΙΡΑ 156ο τεύχος

Όταν επέλθει η καταστροφή, όταν κατακαθίσει η σκόνη, οι λαοί της Ευρώπης θα αρχίσουν να αλληλοκατηγορούνται και όλοι θα κατηγορούν τους Έλληνες. Οι Γερμανοί και οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι ηγέτες θα επιρρίψουν στην Ελλάδα την ευθύνη για όλα τα δεινά της Ευρώπης


….Στα τέλη Σεπτεμβρίου, οι Financial Times του Λονδίνου δημοσίευσαν ένα ασυνήθιστα ωμό κύριο άρθρο, προτρέποντας την ΕΕ, την ΕΚΤ και το ΔΝΤ να μην καταβάλουν στην Ελλάδα την έκτη δόση του συμφωνημένου δανείου. Το κύριο άρθρο εξηγούσε ότι η Ελλάδα δεν όφειλε να ανταποκριθεί σε διεθνείς χρηματοπιστωτικές υποχρεώσεις μέχρι τα τέλη του έτους. Αν δεν καταβαλλόταν η δόση, η ελληνική κυβέρνηση θα αδυνατούσε να πληρώσει του μισθούς και τις συντάξεις, διευκρίνιζε το κύριο άρθρο, εκπροσωπώντας τους επενδυτές και τους χρηματιστές του City.( Στις εβδομάδες που ακολούθησαν την δημοσίευση του εν λόγω κύριου άρθρου, η ελληνική κυβέρνηση, αντιμέτωπη με την απειλή της διακοπής της χρηματοδότησης, άρχισε να ενεργεί υπό το κράτος απόλυτης σύγχυσης και πανικού, σφαγιάζοντας κυριολεκτικά όλες τις κονωνικές τάξεις κάτω από την εποπτεία της τρόικας που είχε αποσταλεί στην Ελλάδα και στην πράξη δρούσε ως ένας οικονομικός δολοφόνος υψηλού επιπέδου.)

Οι Βρετανοί γνωρίζουν τους Έλληνες και τους Γερμανούς πολύ καλύτερα απ’ ό,τι οι Έλληνες και οι Γερμανοί γνωρίζουν τον εαυτό τους. Πολέμησαν εναντίων τους και τους νίκησαν επανειλημμένα και με διάφορους τρόπους. Οι επενδυτές και οι χρηματιστές του City μπορούν να προβλέπουν μια πιθανή έκβαση, αν ακολουθούνται οι συμβουλές τους – και ακολουθούνται. Οι συμβουλές τους θα επισπεύσουν την καταστροφή της Ελλάδας, με συνέπεια η Ελλάδα και  η Ευρώπη να αποδυναμωθούν τόσο πολύ, ώστε να μην μπορούν να τους αντιμετωπίσουν. Είναι επίσης πολύ πιθανό ότι ο ελληνικός λαός θα εξωθηθεί αργά ή γρήγορα σε κάποιο είδος εξέγερσης ή επανάστασης κατ’ αρχάς εναντίον της ελληνικής κυβέρνησης, αλλά πιθανότατα και εναντίον της Γερμανίας και της ΕΕ. Μπορείτε να προσάψετε στους Έλληνες οποιαδήποτε μομφή. Όμως πραγματοποίησαν τη δεύτερη πιο σημαντική ευρωπαϊκή επανάσταση μετά την γαλλική και συγκάλεσαν μια Εθνοσυνέλευση το 1822, όταν ο Ναπολέοντας είχε πλέον ηττηθεί και η Ιερά Συμμαχία που κυβερνούσε την Ευρώπη καταδίκαζε κάθε εξέγερση. Οργάνωσαν επίσης το πιο μαζικό αντιστασιακό κίνημα κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, λαμβανομένου υπ’ όψιν του πληθυσμού της χώρας.

Οι επενδυτές και οι χρηματιστές του City γνωρίζουν επίσης πολύ καλά τη γερμανική ιδιοσυγκρασία, γνωρίζουν ότι οι Γερμανοί αγαπούν την πειθαρχία στον ίδιο βαθμό που οι Έλληνες αγαπούν την εξέγερση. Πιστεύουν ότι το Βερολίνο θα αντιδράσει σε μια εξέγερση στην Ελλάδα με σκληρό, μη πολιτικό και άκαμπτο τρόπο. Η Γερμανία και η ΕΕ έχουν το πολιτικό και οικονομικό βάρος ώστε να προκαλέσουν στην Ελλάδα μια ακόμα μεγαλύτερη καταστροφή από αυτήν που έχουν ήδη προκαλέσει με τις πολιτικές τους – και με την συνεργασία της ελληνικής κυβέρνησης. Όμως δεν έχουν τα μέσα να αποφύγουν τις χρηματοοικονομικές και κυρίως πολιτικές, ιδεολογικές και γεωπολιτικές επιπτώσεις από την καταστροφή μιας μικρής αλλά ταυτόχρονα της πιο ιστορικής χώρας της Ευρώπης. Μπορούν να το κάνουν και, κατά πάσα πιθανότητα, θα το κάνουν, όμως θα επισπεύσουν την δική τους καταστροφή. Αν μετά τις περιπέτειες τους στην Μέση Ανατολή οι Αμερικανοί επικαλούνται το «νόμο των μη εσκεμμένων συνεπειών», θα πρέπει να εισαγάγουμε στην Ευρώπη το νέο «νόμο των ασύμμετρων αποτελεσμάτων».

Η ιδέα της πολιτικής ενοποίησης της Ευρώπης θα δεχθεί θανάσιμο πλήγμα. Ήδη το πολιτικό κλίμα στην Ευρώπη είναι δηλητηριασμένο. Τόσο οι «πλούσιες» όσο και οι «φτωχές χώρες της Ευρωζώνης έχουν αρχίσει να διαμαρτύρονται εναντίον της «βοήθειας» προς την Ελλάδα, αγνοώντας ότι δεν βοηθούν τους Έλληνες καθ’ οιονδήποτε τρόπο, αλλά ότι βοηθούν τις τράπεζες να καταστρέψουν την Ελλάδα, ενώ σε μερικές περιπτώσεις κερδοσκοπούν και αποκομίζουν κέρδη από τις δυσκολίες μιας χώρας- μέλους της ΕΕ. Όλοι στην Ευρώπη έχουν αρχίσει να αναζητούν εθνικές λύσεις. Στην Γαλλία, η οποία ήταν πάντα το πολιτικό βαρόμετρο ολόκληρης της ηπείρου, το φασιστικό Εθνικό Μέτωπο της Μαρίν Λεπέν είναι πλέον μια κοινωνικά αποδεκτή πολιτική δύναμη. Τα θεμελιώδη πολιτικά αξιώματα, που δημιούργησαν και διατήρησαν μεταπολεμικά την ευημερία, την Δημοκρατία και την ειρήνη στην Ευρώπη, υπονομεύονται ταχύτατα μπροστά στα μάτια μας.

Όταν επέλθει η καταστροφή, όταν κατακαθίσει η σκόνη, οι λαοί της Ευρώπης θα αρχίσουν να αλληλοκατηγορούνται και όλοι θα κατηγορούν τους Έλληνες. Οι Γερμανοί και οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι ηγέτες θα επιρρίψουν στην Ελλάδα την ευθύνη για όλα τα δεινά της Ευρώπης και θα τα επικαλεστούν ως προσχηματική δικαιολογία για να επιβάλλουν δρακόντειες οικονομικές και κοινωνικές πολιτικές στην Γερμανία και στην Ευρώπη. Από την μεριά τους οι Έλληνες θα απογοητευτούν επειδή τους απέρριψε η Ευρώπη, προς την οποία ήταν προσανατολισμένοι επί δυόμισι αιώνες. Δεν θα στραφούν τόσο εναντίον των «Αγορών» που δεν έχουν «διεύθυνση» και «τηλέφωνο», όσο εναντίον της Ευρώπης και ιδίως της Γερμανίας, κατηγορώντας την ότι κατέστρεψε την χώρα τους -για δεύτερη φορά σε λιγότερο από έναν αιώνα. Θα θυμηθούν ότι οι Γερμανοί δεν κατέβαλαν πολεμικές αποζημιώσεις και δεν επέστρεψαν τον χρυσό που έκλεψαν από την Τράπεζα της Ελλάδος. Θα ξανανοίξουν τους φακέλους των συμβάσεων της Siemens και άλλων εταιριών, δεδομένου ότι οι ευρωπαϊκές εταιρείες δωροδοκούσαν μαζικά Έλληνες πολιτικούς. Η International Herald Tribune, το Time και οι Financial Times θα δημοσιεύουν ρεπορταζ για την πείνα στην Αθήνα ή αναλύσεις για την αδυναμία των Ευρωπαίων μα επιλυσουν τα προβλήματά τους. Τα συνεπακόλουθα μιας τέτοιας εξέλιξης είναι πρόδηλα. Πρώτα απ’ όλα η εικόνα της κοινωνικής καταστροφής στην Ελλάδα θα χρησιμοποιηθεί για την τρομοκράτηση όλων των Ευρωπαίων πολιτών, ώστε να αποδεχτούν τους μισθούς και τις συντάξεις που οι τράπεζες θα επιτρέπουν στις κυβερνήσεις να τους δίνουν. Δεύτερον, όλοι πλην των Γερμανών θα καταλήξουν στο ίδιο συμπέρασμα: «οι Γερμανοί δεν αλλάζουν». Παραμένουν ίδιοι. Δεν μπορούμε να τους εμπιστευθούμε.

Αυτός ακριβώς είναι ο θεμελιώδης ψυχολογικός και ιδεολογικός μηχανισμός που χρησιμοποίησε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο η Αυτοκρατορία για να κυριαρχήσει πάνω στην Γερμανία και την Ευρώπη, για να διατηρήσει την ήπειρο διαιρεμένη και εξαρτώμενη, παρά τα οικονομικά, κοινωνικά και πνευματικά επιτεύγματά της. Και θα είναι ιστορική ειρωνεία αν ο γερμανικός εθνικισμός συντελέσει για μια ακόμη φορά στην υπονόμευση των γερμανικών εθνικών συμφερόντων….

Τρίτη 9 Οκτωβρίου 2012

Ήλθε, είδε και απήλθε!



Το θέατρο του παραλόγου εκτυλίχθηκε σήμερα στην Αθήνα. Ο υπεύθυνος της διάλυσης της Ελλάδος, η Γερμανίδα καγκελάριος Μέρκελ, ήρθε για να δώσει στήριξη στην -υπό διάλυση- κυβέρνηση Σαμαρά. Ήρθε επίσης στα πλαίσια της σύγχρονης γκαιμπελικής προπαγάνδας σε μια χρονική στιγμή όπου αναμένονται τα χειρότερα δημοσιονομικά μέτρα εναντίων των Ελλήνων από τον Β΄παγκόσμιο πόλεμο. Στα πλαίσια αυτού του επικοινωνιακού show, η ελληνική κυβέρνηση προσπαθεί να επισκιάσει τον κοινωνικό Αρμαγεδδών στον οποίο πρόκειται να ρίξει τους Έλληνες, με την "επιτυχία" της επίσκεψης Μέρκελ και την στήριξη σε αυτήν, από την Καγκελάριο. Και πιστέψτε με, αυτή η αισχρή παράσταση θα γίνει πιστευτή από αυτούς στους οποίους απευθύνεται. Και εννοώ αυτούς που κυρίως θα πληγούν, τους συνταξιούχους και τους μισθωτούς. Ειδικά οι συνταξιούχοι οι οποίοι είναι πρόθυμοι να πειστούν και να πιαστούν από οποιαδήποτε δικαιολογία η οποία θα εξασφαλίζει τις ρημαγμένες τους συντάξεις και αποτελούν το μεγαλύτερο πληθυσμιακό τμήμα της γερασμένης Ελλάδας.



Βεβαίως οι συμβολισμοί δεν λείπουν από την παράσταση αυτή. Οι δηλώσεις υποταγής από τον Έλληνα (;) πρωθυπουργό, η επιστράτευση 7000 αστυνομικών και η κήρυξη στρατιωτικού νόμου ο οποίος απαγορεύει την συνάθροιση στις περιοχές όπου θα βρεθεί ή θα περάσει το "αφεντικό" σε συνδυασμό με την ηγεμονική εμφάνιση της καγκελαρίου, παραπέμπουν εύκολα σε κατεχόμενη περιοχή, παραπέμπουν εύκολα σε ημέρες τρίτου Ράιχ!
Αυτό που επιβεβαιώνει τα παραπάνω είναι και η ημέρα. Σαν σήμερα, στις 9 Οκτωβρίου 1944, τρείς μόλις ημέρες πριν οι γερμανικές δυνάμεις κατοχής εγκαταλείψουν την Ελλάδα, βομβάρδισαν την Αθήνα, αφήνοντας πίσω τους 6 νεκρούς και δεκάδες τραυματίες. Ειρωνία; Σύμπτωση; Σχεδιασμός ή φάρσα;

Τα πράγματα στην Ελλάδα είναι πολύ δύσκολα. Η Γερμανοί αποφάσισαν να στηρίξουν την καταρρέουσα κυβέρνηση Σαμαρά και να προλάβουν έτσι ανεπιθύμητες -γι αυτούς- καταστάσεις στην Ελλάδα. Το χειρότερο που θα μπορούσαν να περιμένουν είναι μια κυβέρνηση την όποια δεν θα ήλεγχαν τόσο, όπως για παράδειγμα μια κυβέρνηση Τσίπρα ο οποίος κλίνει προς την άλλη πλευρά του Ατλαντικού.

Ωστόσο –και σήμερα χάθηκε η ευκαιρία. Χάθηκε η ευκαιρία να ορθώσουμε το ανάστημά μας. Να σταθούμε στο ύψος μας σαν Έλληνες όχι αποκλειστικά λόγω καταγωγής αλλά κυρίως λόγω των διεθνών συγκυριών οι οποίες δίνουν φοβερά πλεονεκτήματα στην Ελλάδα η οποία κατέχει μια γεωστρατηγική θέση αυξανόμενης σημασίας. Η εξελίξεις στην Μέση Ανατολή, η διαμάχη μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Γερμανίας, οι πολύ καλές σχέσεις με την Ρωσία, η οποία βλέπει την Ελλάδα με πολύ ενδιαφέρον λόγω των όσων συμβαίνουν στην Συρία και της πιθανής απώλειας της εκεί ναυτικής της βάσης, η στενές πλέον σχέσεις με το Ισραήλ, λόγω ΑΟΖ και κοινών ερευνών για υδρογονάνθρακες και φυσικό αέριο, αλλά και χρησιμότητα της Ελλάδας για τα συμφέροντα της Κίνας, η οποία μας βλέπει σαν το εισιτήριό της στην ευρωπαϊκή αγορά, όλα αυτά μαζί καθιστούν την Ελλάδα έναν πολύ σοβαρό παίκτη στην παγκόσμια σκακιέρα, έναν ρόλο τον οποίο οι μαριονέτες της Μέρκελ, οι εξαρτημένοι, παγιδευμένοι στα δίχτυα της Έλληνες πολιτικοί αποποιούνται κάθε μέρα, πληρώνοντας το τίμημα οι Έλληνες!


Είναι δε τόσο εξαρτημένοι και παγιδευμένοι από τους Γερμανούς, οι οποίοι γνωρίζουν όλες τις παρανομίες τους, που προτιμούν να συμμετέχουν στην γενοκτονία που εξελίσσεται παρά να «κάψουν» το τομάρι τους! Το αντίθετο μάλιστα, μέρα με την ημέρα γίνονται όλο και πιο σκληροί ελπίζοντας πως με την βοήθεια του «αφεντικού» θα την βγάλουν «καθαρή» αφού ουσιαστικά θα ακυρώσουν κάθε τρόπο και κάθε διέξοδο για αντίδραση από τον λαό.

Στα πλαίσια αυτό κινήθηκαν και τα περισσότερα μεγάλα ΜΜΕ της Ελλάδος, τα οποία ελέγχονται από ανθρώπους οι οποίοι εν μέσω κρίσης βρίσκουν ευκαιρίες πλουτισμού και μαζί τους τα κρατικά μέσα τα οποία μας παρουσίασαν την σημερινή επιθεώρηση της κας Μέρκελ σαν την πιο ευτυχισμένη ημέρα της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας! Την ώρα που οι Σαμαράς – Μέρκελ έκλειναν συμφωνίες με την επιχειρηματική «αφρόκρεμα» των δύο χωρών: τραπεζίτες, φαρμακοβιομήχανους, βιομήχανους κλπ. Ο πραγματικός κόσμος βομβαρδιζόταν από χημικά από τις δυνάμεις καταστολής της Νέας Τάξης Πραγμάτων και του 4ου Ράιχ. Τις περισσότερες εικόνες αυτής της μάχης που εξελισσόταν στους δρόμους της Αθήνας τις είδαμε σε ξένα τηλεοπτικά δίκτυα!

Θα κλείσω με μία ευχή. Όπως στις 9 Οκτωβρίου του 1944 οι Γερμανοί βομβάρδισαν για τελευταία φορά την Αθήνα και έφυγαν, εύχομαι και η επίσκεψη της εκπροσώπου του 4ου Ράιχ και της Νέας Τάξης Πραγμάτων στην πόλη μας ύστερα από 68 χρόνια, να είναι η αρχή του τέλους τους!

ΥΓ1: Φυσικά για τις Πολεμικές αποζημιώσεις και το Κατοχικό Δάνειο ούτε λέξη!
ΥΓ 2: Το περιοδικό Stern τις εκτιμά σε 370 δις ευρώ!

Τρίτη 3 Απριλίου 2012

Απάντηση στο Γερμανικό υπουργείο των Εξωτερικών


Ευτυχώς δεν είναι οι Γερμανοί αυτοί που αποφασίζουν για τις πολεμικές αποζημιώσεις!



Το Γερμανικό υπουργείο των εξωτερικών σε χθεσινή του ανακοίνωση υπογράμμισε ότι οι πολεμικές αποζημιώσεις προς την Ελλάδα δεν αποτελούν πλέον υποχρέωση για την Γερμανία. Πως οι Γερμανοί αναγνωρίζουν τις ευθύνες τους για τις βαρβαρότητες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου αλλά στα πλαίσια της επί δεκαετιών συνεργασίας των δύο χωρών στο ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ένωση δεν τίθεται πλέον ζήτημα πολεμικών αποζημιώσεων.

Αυτή είναι σαφέστατα μια δήλωση μέσα στα ηγεμονικά πλαίσια που κινείται η Γερμανία. Είναι μια δήλωση έπαρσης, μια ύβρις όπως θα λέγαμε πιο σωστά. Και η ύβρις πάντα τιμωρείται.

Ευτυχώς λοιπόν για όλους εμάς η Γερμανία δεν είναι η αρμόδια για να αποφασίσει για την τύχη των πολεμικών αποζημιώσεων.



Εάν για οποιοδήποτε λόγο αρνείται να αποζημιώσει την Ελλάδα (η οποία είναι η μόνη χώρα η οποία δεν αποζημιώθηκε από τους Γερμανούς) τότε αρμόδια είναι τα διεθνή δικαστήρια καθώς οι πολεμικές αποζημιώσεις έχουν καθοριστεί με ακρίβεια τόσο από την Συνθήκη Ειρήνης των Παρισίων το 1946 όσο και από την Συνθήκη του Λονδίνου το 1953 (27 Φεβρουαρίου).

Και αν την στιγμή αυτή το 4ο Ράιχ ελέγχει τις δικαστικές αποφάσεις, αυτό δεν θα συμβαίνει για πάντα! Και οι τόκοι θα ανεβάζουν το ποσό! 

Να θυμίσουμε ότι οι πολεμικές αποζημιώσεις δεν παραγράφονται!

Και είναι πολύ πιθανό η σημερινή ηγεσία της Γερμανίας, όταν θα αποδοθούν οι αποζημιώσεις, να βρίσκεται στην φυλακή για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και την μεγάλη γενοκτονία των Ελλήνων (αλλά και των Ισπανών, Πορτογάλων, Ιρλανδών και κατά πάσα πιθανότητα των Γερμανών) η οποία βρίσκεται σε εξέλιξη.

Και βέβαια η άρνηση των Γερμανών να «τιμήσουν» τις υπογραφές τους δίνει το αντίστοιχο δικαίωμα στους Έλληνες να μην «τιμήσουν» τις δικές τους (βλ. Δανειακή Σύμβαση).


Πόσες δεκαετίες πέρασαν «φίλοι» και «σύμμαχοι» Γερμανοί;

Όσο για την Ελλάδα, αυτή απαίτησε τις αποζημιώσεις διαδοχικά το 1945, 1946, 1947, 1964, 1965, 1966, 1974, 1987, και το 1995 (μετά την ένωση των δύο Γερμανιών).

Το κουτόχορτο λοιπόν «φίλοι» του 4ου Ράιχ κρατήστε το για …τον Γερμανό φορολογούμενο!




Παρασκευή 2 Δεκεμβρίου 2011

Η λύση στην κρίση χρέους: 1 ΔΡΧ = 1000 ευρώ


H “ελληνική κρίση” έχει πολλές κρυφές πτυχές τις οποίες εντέχνως όσοι, λιγοστοί, πολιτικοί αξιωματούχοι γνωρίζουν έχουν κρατήσει στη σκιά, εμποδίζοντας τη Βουλή και τον ελληνικό λαό να τις πληροφορηθεί. Κάποιες από αυτές αφορούν στη διαπραγματευτική δύναμη της Ελλάδας απέναντι στην Τρόικα και τους ιδιώτες δανειστές της. 
Στο πρώτο τμήμα της τρέχουσας σειράς άρθρων αποκάλυψης των μεγαλύτερων μυστικών της ελληνικής κρίσης αναφέρθηκα στο δίκαιο που διέπει τα ελληνικά ομόλογα, ένα θέμα το οποίο είχα αναδείξει με το άρθρο “Το κρυφό διαπραγματευτικό χαρτί της Ελλάδας για το χρέος της” από τον Ιούλιο του 2010 (βρίσκεται στο βιβλίο “Υπόθεση Ελληνική Κρίση, Περίεργες Συμπτώσεις” εκδόσεις Λιβάνη), παρουσιάζοντας μία σειρά σχετικών με το θέμα εκθέσεων κορυφαίων πανεπιστημίων και νομικών εταιριών.
Οι αποκαλύψεις στο συγκεκριμένο άρθρο προκάλεσαν αίσθηση αλλά δεν ήταν παρά δεκαπέντε μήνες αργότερα που το θέμα έλαβε μεγάλες διαστάσεις, όταν σε μία σειρά άρθρων και δημοσιεύσεων στο XrimaNews.gr παρουσιάστηκαν στοιχεία που υποδείκνυαν πως η ελληνική κυβέρνηση είχε συμφωνήσει στη μετατροπή του δικαίου που ρυθμίζει τα ελληνικά ομόλογα από το ελληνικό στο αγγλικό, ως αντάλλαγμα για την εξασφάλιση του PSI+ που περιλαμβάνει κούρεμα τμήματος του ελληνικού χρέους κατά 50%.
Στην έκκληση μου για βοήθεια στην ενημέρωση της Βουλής για το τί θα σήμαινε μία τέτοια παραχώρηση προς τους δανειστές για την Ελλάδα, ανταποκρίθηκε, πρώτος, ο ανεξάρτητος βουλευτής κύριος Παναγιώτης Κουρουμπλής (πρώην βουλευτής του ΠΑΣΟΚ τον οποίο διέγραψε ο κύριος Παπανδρέου όταν αρνήθηκε να ψηφίσει το Μεσοπρόθεσμο), ο οποίος και κατέθεσε στη Βουλή στις 07 Νοεμβρίου την πρώτη σχετική επίκαιρη ερώτηση στον υπουργό Οικονομικών κύριο Ευάγγελο Βενιζέλο (δεν έχει δοθεί ακόμη απάντηση). Ακολούθησαν δύο ακόμη σχετικές επίκαιρες ερωτήσεις, η μία εξ αυτών στον Πρωθυπουργό, κ. Λουκά Παπαδήμο, από τον πρόεδρο του Συνασπισμού κ. Τσίπρα ενώ στη συνέχεια στο θέμα αναφέρθηκε στην ομιλία του στη Βουλή ο υφυπουργός Οικονομικών κ. Ι.Μουρμούρας.
Στο τρέχον άρθρο, θα αναδειχθεί μία νέα διάσταση του θέματος η οποία έχει να κάνει με τη δυνατότητα της Ελλάδας, αν εγκαταλειφθεί από τους εταίρους της και επιστρέψει στη δραχμή, να πληρώσει, τουλάχιστον, τα 206 δις ευρώ κρατικού χρέους που βρίσκονται στα χέρια ιδιωτών με 206 εκ. δραχμές ή ακόμη και τα 330 δις ευρώ ομολόγων που διέπονται από το ελληνικό δίκαιο με 330 εκ δραχμές.
Ας δούμε πώς μπορεί νομικά να γίνει αυτό με τη βοήθεια διεθνών εκθέσεων και ενός ειδικού δικηγόρου από τη Βρετανία, συνεταίρου διεθνούς εταιρίας στην Ελβετία και δικηγόρου τόσο στη Νέα Υόρκη όσο και στο Παρίσι, ο οποίος έχει εκπονήσει μελέτες για την ευρωζώνη και το δίκαιο των ομολόγων των κρατών μελών της για περισσότερο από δέκα χρόνια, ενώ πρόσφατα ασχολείται εκτενώς με την περίπτωση της Ελλάδας.
Όταν η Ελλάδα εκδίδει ένα ομόλογο σε ευρώ διεπόμενο από το ελληνικό δίκαιο, το ομόλογο εκδίδεται στο νόμιμο νόμισμα της Ελλάδας τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Δηλαδή, εφόσον το νόμιμο νόμισμα της Ελλάδας είναι το ευρώ, όσον αφορά στο ελληνικό δίκαιο αυτό θα είναι και το νόμισμα του ομολόγου (και το ομόλογο αυτό θα είναι πληρωτέο στην Αθήνα).
Αν, ωστόσο, η Ελλάδα για κάποιο λόγο αποχωρούσε από την ευρωζώνη και ξεκινούσε την έκδοση της δραχμής, τότε θα υποχρεούνταν να καθορίσει μέσω του Κοινοβουλίου, με νόμο, την ισοτιμία της νέας δραχμής με το ευρώ και αμέσως μετά για τα ελληνικά δικαστήρια το νόμισμα στο οποίο θα ήταν πληρωτέα τα ομόλογα κάτω από το ελληνικό δίκαιο θα ήταν η νέα αυτή δραχμή και όχι πλέον το ευρώ, αφού η νέα δραχμή θα ήταν το νόμιμο νόμισμα της χώρας. Η ισοτιμία που θα όριζε η ελληνική Βουλή θα ίσχυε τόσο για την αποπληρωμή των ομολόγων που διέπονται από το ελληνικό δίκαιο, τα οποία είναι σήμερα ύψους 330 δις ευρώ, όσο και σε κάθε άλλη οικονομική δραστηριότητα που θα συμπεριλάμβανε τη χρήση της δραχμής, εντός και εκτός Ελλάδας.
Έτσι, η Ελλάδα έχει το αναφαίρετο δικαίωμα με βάση το νόμο, να υιοθετήσει, αν το επιθυμεί, μία υποχρεωτική για όλους, πολίτες, δανειστές, Τρόικα, κλπ ισοτιμία, για παράδειγμα, 1 ΔΡΧ=1000 ΕΥΡΩ, κάνοντας δηλαδή ανατίμηση και όχι υποτίμηση του νομίσματος της. Σε αυτήν την περίπτωση θα μπορούσε να πληρώσει το σύνολο του χρέους που διέπεται από το ελληνικό δίκαιο σε νέες δραχμές, δηλαδή να καταβάλει 330 εκ δραχμές για να αποπληρώσει χρέος ύψους 330 δις ευρώ. Έτσι, θα έμεναν μόνο τα 35 δις ευρώ σε ομόλογα που διέπονται από το αγγλικό δίκαιο, τα οποία και θα αποτελούσαν χρέος λιγότερο από το 15% του ελληνικού ΑΕΠ.
Αυτό ακριβώς έπραξε η Γαλλία χωρίς νομικό πρόβλημα το 1960 με τη δημιουργία του νέου φράγκου με ισοτιμία 1 νέο φράγκο = 100 παλιά φράγκα. Το ίδιο έκαναν και η Γερμανία και η Αυστρία μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο στόχος είναι να μειωθεί ένα χρέος το οποίο έχει γίνει επαχθές ώστε να μπορέσει η ζωή να συνεχιστεί και να προστατευτεί και όχι να απειληθεί ή να τελειώσει.
“Τα νέα νομίσματα έχουν εκδοθεί χωρίς μεγάλες νομικές προκλήσεις κατά τη διάρκεια της ιστορίας” αναφέρει ο ειδικός στο θέμα δικηγόρος στους Financial Times , προσθέτοντας ότι αν οι ομολογιούχοι ελληνικών ομολόγων που ρυθμίζονται από το ελληνικό δίκαιο (το 90% του χρέους, δηλαδή 330 δις ευρώ, υπάγεται σε αυτήν την κατηγορία παρά το Μνημόνιο καθώς αυτό δεν έχει περάσει απ' τη Βουλή – Με τους πιο επιφυλακτικούς υπολογισμούς και αν δε συμπεριλάβουμε τα ομόλογα της Τρόικας και της ΕΚΤ, τουλάχιστον 206 δις ευρώ ομολόγων ρυθμίζονται από το ελληνικό δίκαιο) προσπαθήσουν να καταθέσουν αγωγή εναντίον της Ελλάδας υποστηρίζοντας ότι η ισοτιμία είναι άδικη, τα ελληνικά δικαστήρια δε θα έχουν άλλη επιλογή από το να εφαρμόσουν το δίκαιο της Ελλάδας και να απορρίψουν το αίτημα των ομολογιούχων δικαιώνοντας τη χώρα.
Μα και αν ακόμη οι ομολογιούχοι επιχειρήσουν να καταθέσουν αγωγή εναντίον της Ελλάδας σε διεθνή δικαστήρια “πέρα από το θέμα της δικαιοδοσίας (το οποίο μάλλον δε θα ξεπεράσουν) θα βρεθούν αντιμέτωποι με πολύ καλά τεκμηριωμένες νομολογίες για τα ομόλογα της Σερβίας και της Βραζιλίας μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο” αναφέρει στους Financial Times ο ειδικός δικηγόρος.
Αφού η Ελλάδα πληρώσει τους δανειστές της και αποτάξει τα δεσμά του χρέους της, θα μπορούσε να επιτρέψει την ελεύθερη διακύμανση της δραχμής έναντι των υπολοίπων νομισμάτων κάτι που θα είχε ως αποτέλεσμα την υποτίμηση της, με στόχο την αύξηση της ανταγωνιστικότητας.
Δεν πρέπει κανείς να κάνει το λάθος να πιστέψει ότι τα παραπάνω αποτελούν μία πρόχειρη προσέγγιση ενός πολύ σημαντικού ζητήματος. Υπάρχουν μελέτες κορυφαίων πανεπιστημίων και νομικών εταιριών που επιβεβαιώνουν την ισχύ όσον αναφέρονται εδώ και οι οποίες είναι στη διάθεση όποιου βουλευτή ή δημοσιογράφου θέλει να βοηθήσει στην ανάδειξη του θέματος. Ωστόσο, δεν πρέπει κανείς να κάνει το λάθος να θεωρήσει πως όλα τα παραπάνω είναι εύκολα στην υλοποίηση τους και δε θα είχαν πολύ σοβαρές συνέπειες για την Ελλάδα.
Έτσι, αυτό που, πρωταρχικώς, πρέπει να γίνει κατανοητό είναι ότι η Ελλάδα έχει στα χέρια της μία σειρά πλεονεκτημάτων και επιλογών εξαιτίας του γεγονότος πως το δίκαιο του 90% των κρατικών ομολόγων είναι το ελληνικό και όσο δεν παραχωρεί αυτό το νομικό της πλεονέκτημα και δεν αποδέχεται τη μετατροπή του δικαίου στο αγγλικό δε μπορεί κανείς, ούτε η Τρόικα ούτε οι δανειστές της να την εκβιάσουν ουσιαστικά, γιατί είναι η ίδια που είναι 100% νομικά καλυμμένη και οι υπόλοιποι που είναι απολύτως ακάλυπτοι.
Η νομική διάσταση της ελληνικής κρίσης φανερώνει πως οι Έλληνες αξιωματούχοι απέκρυψαν την αλήθεια από τη Βουλή και τον ελληνικό λαό και ποτέ δεν τους γνωστοποίησαν τα πραγματικά νομικά πλεονεκτήματα της Ελλάδας και το γεγονός πως στην πραγματικότητα δε μπορεί κανείς να την εκβιάσει για τίποτα, παρά μόνο να επιχειρήσει να συνεργαστεί μαζί της. Και όπως έχω αναφέρει σε προηγούμενα άρθρα, ό,τι ισχύει για την Ελλάδα ισχύει σε μεγάλο βαθμό και για την Ιρλανδία, την Ισπανία, την Πορτογαλία, την Ιταλία κλπ δημιουργώντας ένα σκηνικό τρόμου τόσο για τις ευρωπαϊκές τράπεζες που έχουν δανείσει περί τα 9 τρις στις χώρες της Ευρωζώνης όσο και για τις αμερικανικές τράπεζες που έχουν ασφαλίσει αυτό το χρέος.
Αν, λοιπόν, η ελληνική κυβέρνηση παραχωρήσει το δίκαιο των ελληνικών ομολόγων στους τραπεζίτες για να πετύχει τη συμφωνία του PSI+ ή αν με οποιοδήποτε άλλο τρόπο επιτρέψει τη μετατροπή του δικαίου των ομολόγων από το ελληνικό στο αγγλικό, θα έχει στερήσει από την Ελλάδα το μεγαλύτερο διαπραγματευτικό της χαρτί και το μοναδικό νομικό πλεονέκτημα το οποίο θα μπορούσε να τη σώσει στην περίπτωση που δει τους εταίρους της να την εγκαταλείπουν.
(Με πληροφορίες από τους Financial Times - Ο ειδικός στο θέμα δικηγόρος είναι ο: By Gilles Thieffry, Solicitor (England and Wales), Member of the New York bar, Avocat au Barreau de Paris, and Partner at GTLaw, Geneva)
Πάνος Παναγιώτου
Επικεφαλής χρηματιστηριακός τεχνικός αναλυτής
XrimaNews.gr, GSTA Ltd, WTAEC Ltd

Share

Twitter Delicious Facebook Digg Stumbleupon Favorites More